«Τα μπλογκ και τα εξωτερικά στοιχεία των κλήσεων δεν προστατεύονται από το απόρρητο των επιστολών και της ελεύθερης ανταπόκρισης και επικοινωνίας».
Αυτή είναι η γνώμη του απελθόντος πλέον, εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γ.Σανιδά λίγο πριν παραχωρήσει τη θέση του στον Ιωάννη Τέντε: από 1η Ιουλίου εξέρχεται του εισαγγελικού κλάδου λόγω συμπλήρωσης του ανώτατου ορίου ηλικίας. «Έκανα ό,τι ήταν σωστό και αν κάπου έχω λαθέψει μόνο ο Θεός το γνωρίζει», τόνισε φεύγοντας.
Δείτε τη θύελλα αντιδράσεων που προκάλεσε στην μπλογκόσφαιρα.
Με βάση τη γνωμοδότηση αυτή, προανακριτικές, ανακριτικές, εισαγγελικές και δικαστικές αρχές μπορούν να ζητούν «ηλεκτρονικά ίχνη» εγκληματικής πράξης (όπως υβριστικών ή απειλητικών δημοσιευμάτων στο διαδίκτυο ή φωτογραφιών παιδικής πορνογραφίας) χωρίς να απαιτείται η άδεια οποιασδήποτε Αρχής.
Αν και αυτό θεωρείται από πολλούς θεμιτό -στο κάτω-κάτω της γραφής, για εγκληματικές πράξεις μιλάμε- απειλεί τουλάχιστον ένα θεμελιώδες δικαίωμα, αυτό της ελευθερίας του λόγου (αν όχι και αυτό της προστασίας του ιδιωτικού απορρήτου), λέω εγώ.
Η γνωμοδότηση αναφέρει ρητά ότι η Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Τηλεπικοινωνιών δεν δικαιούται να ελέγξει το εάν η απόφαση των δικαστικών αρχών για άρση του απορρήτου είναι σύννομη ή όχι, καθώς κάτι τέτοιο θα αποτελούσε «υπέρβαση της δικαιοδοσίας της».
Ωστόσο, δεν συμφωνούν όλοι με τον κ.Σανιδά και πρωτίστως, η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων:
Ο πρόεδρος της Αρχής, Χρήστος Γεραρής, δήλωσε ότι η γνωμοδότηση του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου για την άρση της ανωνυμίας στα μπλογκ δεν λαμβάνει υπόψη την ευρωπαϊκή οδηγία για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και «θα δημιουργήσει προβλήματα».
Χαρακτήρισε επίσης υπερβολικά τα μέτρα για την ταυτοποίηση των κατόχων καρτοκινητών τηλεφώνων και ζήτησε από την πολιτεία να σεβαστεί τις γενικές αρχές του Δικαίου στα νέα μέτρα για τη δημόσια ασφάλεια.
Αναφορικά με τη γνωμοδότηση του Γ. Σανιδά για την κατάργηση της ανωνυμίας των μπλογκ, ο κ. Γεραρής επισήμανε ότι «θα δημιουργηθούν προβλήματα, διότι δεν έχει ληφθεί υπόψη η οδηγία 2002/58 για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, που έχει επικυρωθεί από τη Βουλή με το νόμο 3471/2006». Το άρθρο 4, παράγραφος 1, του νόμου 3471/2006 αναφέρεται στα δεδομένα κίνησης και θέσης για την κατοχύρωση του απορρήτου της επικοινωνίας και διευκρινίζει ότι η άρση του απορρήτου μπορεί να γίνει μόνο υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 19 του Συντάγματος. «Σε αυτή την περίπτωση, ενδεχόμενη ρύθμιση, που θα γίνει χωρίς νομοθετική μεταρρύθμιση, θα δημιουργήσει προβλήματα» εκτίμησε ο πρόεδρος της Αρχής.
Ο υπουργός Μεταφορών Ευρ. Στυλιανίδης είπε σχετικά:
«Πρέπει να αντιμετωπίσουμε το θέμα του Διαδικτύου με νηφαλιότητα και ψυχραιμία συζητώντας με ειδικούς. Συμμερίζομαι τον προβληματισμό σας, πρέπει να το προσεγγίσουμε με μεγάλη ευθύνη και προσοχή εξετάζοντας τα θετικά και τα αρνητικά, πριν πάρουμε οποιαδήποτε απόφαση ως Πολιτεία» είπε χαρακτηριστικά, απαντώντας στα σχόλια Π.Τατούλη.
Ο ανεξάρτητος βουλευτής κ.Τατούλης είχε προηγουμένως χαρακτηρίσει «απαράδεκτα» όσα εξαγγέλθηκαν, καθώς αποτελούν «μέτρα προστασίας για την παραβίαση του απαραβίαστου του Διαδικτύου, χωρίς την προηγούμενη συζήτηση με εμπειρογνώμονες».
Το In.gr Ειδήσεις αναφέρεται επίσης στις αντιδράσεις των κομμάτων της Αριστεράς:
Για «φακέλωμα των επικοινωνιών στο Διαδίκτυο» κάνει λόγο το ΚΚΕ, για «αποψίλωση θεσμικών κεκτημένων του δημοκρατικού κράτους δικαίου» ο ΣΥΝ.
«Για μια ακόμη φορά ο εισαγγελέας Γ. Σανιδάς λειτουργεί ως υποχείριο των προϊσταμένων των κυβερνητικών και θεματοφύλακας των επιλογών του κεφαλαίου» αναφέρει ανακοίνωση του ΚΚΕ.
»Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι αυτή η ενέργεια ακολουθεί το νόμο για την ονομαστικοποίηση των καρτοκινητών τηλεφώνων. Έτσι διαμορφώνουν τους όρους ώστε να υλοποιηθεί η απαράδεκτη και τρομοκρατική κατεύθυνση της ΕΕ, με τη σύμφωνη γνώμη ΝΔ – ΠΑΣΟΚ, που επιβάλει την καταγραφή όλων των επικοινωνιών και την αποθήκευση των δεδομένων για τουλάχιστον ένα χρόνο».
Σε ανάλογο ύφος και η ανακοίνωση του ΣΥΝ: «Είναι ιδιαίτερα θλιβερό το γεγονός ότι κυριολεκτικά έως το τελευταίο 24ωρο της καριέρας του ο Εισαγγελέας κ. Σανιδάς, διεκδικώντας επάξια μια περίοπτη θέση στον κατάλογο των πιο συντηρητικών και αντιδραστικών λειτουργών της Θέμιδας στα εισαγγελικά χρονικά, ‘αγωνίζεται’ με πάθος, από το δικό του μετερίζι, να ‘συνεργήσει’ στην αποψίλωση θεσμικών κεκτημένων του δημοκρατικού κράτους δικαίου».
Με τη γνωμοδότησή του, ο κ. Σανιδάς «δίνει πράσινο φως στους πιο νοσηρούς εγκεφάλους χάραξης κατασταλτικής πολιτικής στην Ελλάδα προκειμένου να οικοδομήσουν ένα εφιαλτικών διαστάσεων πλέγμα μαζικών παρακολουθήσεων που θα το ζήλευαν και ολοκληρωτικά καθεστώτα».
»Παρακάμπτοντας πλέον επισήμως την Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών, οι αριθμοί τηλεφώνων, τα ονοματεπώνυμα και τα στοιχεία συνδρομητών, ο χρόνος και ο τόπος κλήσης καθώς και η διάρκεια μιας συνδιάλεξης θα είναι προσβάσιμα στις αρχές με απλό αίτημά τους στους παροχείς των υπηρεσιών».
Εκτός όμως από την αντίδραση των κομμάτων της Αριστεράς, την αντίθεσή του εξέφρασε και ο Σταύρος Λαμπρινίδης, ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ και αντιπρόεδρος της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου:
Η γνωμοδότηση του Γ. Σανιδά για άρση της ανωνυμίας σε ιστολόγια και κινητά «έρχεται σε κατάφωρη αντίθεση με την ευρωπαϊκή νομολογία επί του θέματος και δείχνει επικίνδυνη άγνοια έως και αδιαφορία για την προστασία του απορρήτου των επικοινωνιών και των προσωπικών δεδομένων» δήλωσε την Τετάρτη ο Σταύρος Λαμπρινίδης, ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ και αντιπρόεδρος της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Σκοπεύει μάλιστα να στείλει επιστολή στην Ευρωπαϊκή Αρχή Προστασίας Δεδομένων και να καταθέσει ερώτηση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
«Όλες οι ευρωπαϊκές Οδηγίες αλλά και οι γνωμοδοτήσεις των Ευρωπαϊκών Αρχών Προστασίας Δεδομένων είναι κατηγορηματικές ως προς το γεγονός ότι τα «δεδομένα κίνησης» μιας ηλεκτρονικής επικοινωνίας (ποιος επικοινώνησε με ποιον, πότε, από ποια ηλεκτρονική διεύθυνση ή τηλέφωνο, κλπ.) αποτελούν προσωπικά δεδομένα και εμπίπτουν ρητά στο απόρρητο των επικοινωνιών» αναφέρει ο ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ.
Η κατάργηση του απορρήτου «με απλή απόφαση μιας αστυνομίας, και μάλιστα χωρίς ανεξάρτητες διαδικασίες και έλεγχο, καθώς και η εξίσωση κακουργημάτων και πλημμελημάτων, παραπέμπει σε άλλες εποχές και σε άλλα καθεστώτα» υπογραμμίζει.